Λίγο μετά τη λήξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, ένας ελβετός δημοσιογράφος σε συνέντευξη με γερμανό αξιωματούχο τον ρωτάει τι σκοπεύει να κάνει η Γερμανία και πόσο πιθανό είναι να ορθοποδήσει ως έθνος.
Ο αξιωματούχος του απαντάει: «Οι λαοί ξεχνούν γρήγορα. Τα χρήματα που θα δοθούν για την ανοικοδόμηση της Γερμανίας θα είναι πολλά, θα έρθουν να δουλέψουν για μας και αυτοί που τώρα πολέμησαν εναντίον μας. Είμαστε φυλή εργατική. Θα δείτε ότι θα γίνουμε η ισχυρότερη οικονομικά χώρα. Και τότε ο Γκέμπελς θα μπορέσει να σηκωθεί από τον τάφο του και να αναφωνήσει “και όμως νικήσαμε”».
Το τόσο προφητικό όσο και συγκλονιστικό απόσπασμα της συνέντευξης παρατίθεται σε άρθρο της «Ελευθεροτυπίας» τον Μάιο του 1995.
Σήμερα, η πρόβλεψη του Γερμανού φαίνεται να έχει γίνει πραγματικότητα. Όχι μόνον πράγματι πολίτες χωρών που είχαν πολεμήσει εναντίον της χιτλερικής Γερμανίας πήγαν και δούλεψαν κατά την ανοικοδόμηση της, αλλά η κυριαρχία της στην Ευρώπη, τουλάχιστον σε οικονομικό επίπεδο, λίγοι θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι δεν έχει συντελεστεί.
Ο Γιόζεφ Πάουλ Γκέμπελς, σίγουρα δεν θα σηκωθεί από τον τάφο, ούτε η οικογένειά του, που υποχρέωσε σε αυτοκτονία. Ένας λαός που ακολούθησε έναν «ηγέτη», που δεν είχε σχέση με το γερμανικό έθνος και με την έννοια του έθνους γενικότερα, πρέπει να καθίσει μπροστά στον καθρέφτη, όπως οι Έλληνες Στωικοί, και να κάνει τον απολογισμό του. Όσο πεισματικά αγκιστρώνεται στην ναρκισιστική «ανωτερότητά» του και προβάλλει ως μόνη ηθική, όπως το άλογο του Όργουελ, τη σκληρή εργασία, τόσο ετοιμάζει το Νταχάου που θα λιώνει και το δικό του «λίπος για σαπούνι». Ο Αριστοτέλης ήταν κατηγορηματικός ως προς την Εργασία, «διάλλειμα στον Ελεύθερο Χρόνο».
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ένωση των δύο Γερμανιών ήταν αποτέλεσμα της επιείκειας της Ανθρωπότητας. Η Αγνωμοσύνη και η Υπεροψία αποτελούν ύβρεις στην την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία και Αμάρτημα στο Χριστιανικό Κοσμοείδωλο – ακόμα και στην προτεσταντική του εκδοχή.